Αμέσως μετά την είσοδο των Γερμανών και Ιταλών στην Αθήνα, η κατάσταση στο Κολωνάκι άλλαξε τελείως. Οι ζωές των ανθρώπων ανατράπηκαν και τα βιώματα των αφηγητών μας, που την επίμαχη δεκαετία του ’40 ήταν μικρά παιδιά ή έφηβοι το πολύ, δοκιμάστηκαν απο τις νέες συνθήκες.
Οι Εγγλέζοι
Θυμάμαι όταν έφυγαν οι Εγγλέζοι άφησαν πολλά πράματα. Ο πατέρας μου που του άρεζε πάντα το καλό φαϊ πήγε και πήρε δυο σακιά κάρυ και θυμάμαι ότι τρώγαμε λάχανο με κάρυ…
(Συνέντευξη της Ν.Μ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 5/6/2014)
Εμείς τότε με τους εγγλέζους πηγαίναμε και κάναμε μαύρη αγορά. Πουλάγαμε τσιγάρα, τα players. Το Κολωνάκι τότε ήταν αγορά ..εύρισκες ό’τι ήθελες, κυρίως κονσέρβες corn beef απο τους εγγλέζους.
Πριν έρθουν οι Γερμανοί υπήρχαν Εγγλέζοι και Νεοζηλανδοί στο Κολωνάκι. Ερχόντουσαν στην αμερικανική πρεσβεία που δούλευε ο πατέρας μου και με ξέρανε. Έβλεπα τους Εγγλέζους που για να μην τους πιάσουν οι Γερμανοί ερχόντουσαν και μπαίνανε στην αμερικανική πρεσβεία που ήταν τότε στην Β. Σοφίας και Ηρ. Αττικού. Τους έκρυβαν και σε σπίτια.
(Συνέντευξη Α.Α. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 20/5/2014)
Είχαμε στο σπίτι μας τον Πάτρικ Λη Φέρμορ. … μέχρι που έφυγε με το στρατό στη Μέση Ανατολή.
(Συνέντευξη της Ν.Μ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 5/6/2014)
Κατοχή
Οι Γερμανοί λοιπόν και Ιταλοί εγκαθίστανται στο Κολωνάκι ως κατακτητές και τρομοκρατούν. Και ενώ πριν τον πόλεμο υπήρχαν άνθρωποι που θαυμάζανε τους Γερμανούς μετά τον πόλεμο ‘εξαφανίστηκαν’.
Οι γερμανόφιλοι ήταν ελάχιστοι… ήταν γνωστοί και τους δείχναμε με το χέρι… δεν τους χαιρετάγαμε.
(Συνέντευξη της Ν.Μ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 5/6/2014)
Στο Κολωνάκι, στην Αναγνωστοπούλου είχαν χωρίσει στα δυο το δρόμο οι Γερμανοί με συρματόπλεγμα και δεν επιτρέπανε να περάσεις. Εμείς κάναμε μέσω Δεξαμενής παράκαμψη για να περάσουμε.
(Συνέντευξη Α.Α. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 20/5/2014)
Στην Αναγνωστοπούλου, εκεί που μένει ο Σημίτης ήταν οίκος ανοχής που πήγαιναν οι Γερμανοί.
(Συνέντευξη Α.Α. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 20/5/2014)
Οδός Μέρλιν
Είχαμε εμείς μία φίλη, που έμενε στην οδό Μέρλιν και τους είχανε απαγορεύσει να βγαίνουνε στα παράθυρα ή να κάθονται στο μπαλκόνι.
Το μόνο που θυμάμαι ότι μια φορά που περίμενα να μου ανοίξουν την πόρτα να μπω στο σπίτι, το είχε σκάσει κάποιος απ’ τη Γκεσταπό εκεί και ήρθε τρέχοντας στην οδό Κανάρη και… τον κυνηγούσαν και τον πυροβόλησαν κι αυτός έπεσε χάμω…
-Στην οδό Μέρλιν, ήτανε τα Ες ες, που γινόταν και τα μεγάλα τα βασανιστήρια… δεν την πλησιάζαμε, ήτανε μια περιοχή που εμείς πιτσιρίκια, μας λέγανε μην πάτε από κει.
… μας είχανε πει να μην πλησιάζουμε ποτέ προς την οδό Μέρλιν, που ήτανε τα γερμανικά τα Ες Ες, μπαίναμε στο βασιλικό κήπο και παίζαμε ή στη πλατεία Κολωνακίου. Αλλά προς την μεριά που ήτανε ο Αγ. Διονύσιος, το Πειραματικό και αυτό δεν νιώθαμε τίποτε να υπάρχει. Βέβαια υπήρχε παρουσία των Γερμανών εκεί στη Δημοκρίτου, ανεβαίνανε φορτηγά γερμανικά που πηγαίνανε στο Λυκαβητό, κοιτάζαμε να τους αποφεύγουμε όσο μπορούσαμε, αλλά είμαστε και παιδιά ούτε δέκα χρονών τότε.
Απαγόρευση κυκλοφορίας
Για ένα πολύ μεγάλο διάστημα δεν μπορούσες να βγεις έξω μετά τις επτά το βράδυ. Υπήρχε στρατιωτικός νόμος.
… το ’χαμε συνηθίσει. Ήτανε κάτι που ’ταν μέσα στη ζωή.
Επιτάξεις
Πολλοί δεν απέφυγαν όχι μόνο να συναντούν τους κατακτητές, αλλά τους είχαν και μες στο σπίτι τους…
Είχανε επιτάξει κτίρια ολόκληρα το σχολείο το Πειραματικό, το Μαράσλειο, ολόκληρα τετράγωνα στην οδό Μέρλιν […]
Πολλών πλουσίων όχι μόνο τους έκαναν επίταξη δωμάτια, όπως στη δική μας περίπτωση, αλλά θυμάμαι ότι στην οδό Αναγνωστοπούλου που έμενε μια οικογένεια Γουλανδρή, αυτούς τους έβγαλαν τελείως και μια μέρα –εγώ δεν το είχα πάρει είδηση- πέρασα από ένα ισόγειο στην Π. Ιωακείμ, βλέπω τον ένα από τους Γουλανδρήδες… λέει Μας φέραν εδώ…
Στην οδό Μέρλιν ήταν μια διπλοκατοικία πολύ περιποιημένη που είχανε αγοράσει η αδελφή του πατέρα μου. Από κει τους βγάλανε και την μετακόμιση την κάνανε οι Ιταλοί που είχαν συνθηκολογήσει. Τους χρησιμοποίησαν οι Γερμανοί σε πράματα εξευτελιστικά για να τους τιμωρήσουν. Τους πήγαν στην οδό Νικοδήμου και το σπίτι ήταν Εβραίων οι οποίοι εξαφανίστηκαν.
(Συνέντευξη Ε.Φ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 31/5/2014)
Γερμανοί, Ιταλοί, Αυστριακοί
Αυτός είχε μια κόρη σαν κι εμένα, ήτανε αυστριακός, συμπαθέστατος, κάποιας ηλικίας και μου λέει θα σου στείλω αυγά. Λέω «αν εγώ ήμουνα στη Γερμανία κι ερχόντουσαν οι Έλληνες να σας πάρουν το σπίτι κι εσύ ήσουνα στον κήπο θα δεχόσουνα τ’ αυγά;» μου λέει «όχι».
[Διέφερε η συμπεριφορά των Ιταλών από τους Γερμανούς;
Πολλοί νόμιζαν και λέγανε ότι ήταν πιο μαλακοί οι Ιταλοί. Εγώ όμως είδα κάτι φοβερό.Είδα στην Ομήρου Ιταλό να σπάζει το χέρι ενός παιδιού πάνω στο γόνατό του επειδή έκλεψε ένα ψωμί από ένα φορτηγό. Δηλαδή κτήνη ήτανε.
(Συνέντευξη της Ν.Μ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 5/6/2014)
Μια μέρα ανέβαινα εγώ με ένα παιδί και ξαφνικά βλέπουμε ένα χαμίνι να πηγαίνει και να αρπάζει μια κουραμάνα –σαν νά’ταν πεταμένη αυτή η κουραμάνα σ’έναν τενεκέ- και άρχισε να τρέχει. Έρχεται ένας Γερμανός, τον αρπάζει, τον βάζει κάτω και τον πάταγε στο λαιμό, στην κοιλιά… οι Γερμανοί είναι Γερμανοί…
Οι Ιταλοί ενδιαφέρονταν μόνο για κανένα κορίτσι… αλλά δεν ήταν κακοί. Και στην Άνδρο που ήταν μόνο Ιταλοί, ήταν μαζί με τους νησιώτες… δεν καταλάβαινες ποιοί ήταν εχθροί και ποιοι φίλοι. Και μεις παρ’όλο που ήταν εχθροί, δεν τους υπολογίζαμε. Υπήρχαν βέβαια και Ιταλοί παλιόπαιδα… νέοι ήταν άλλωστε… αν ήταν Έλληνες θα κάνανε χειρότερα. Δεν ήταν μισητοί οι Ιταλοί. Οι Γερμανοί ήταν. Ήταν άγριοι. Παρ’όλα αυτά μια φορά ένας Γερμανός βίασε το κορίτσι που είχε ένας θείος μου ως οικιακή βοηθό, πάνω στον Υμηττό που είχε πάει να μαζέψει ξύλα. Τό ‘μαθαν οι Γερμανοί και τον καταδίκασαν σε θάνατο.
Τους Ιταλούς τους περιθάλψαμε μετά τον πόλεμο…τους κρύψαμε όταν τους κυνηγάγανε οι Γερμανοί.
(Συνέντευξη Α.Α. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 20/5/2014)
Το μαρτύριο της πείνας
Μαζεύαμε χόρτα στο βουνό και τρώγαμε. Υπήρχε ελάχιστο φαγητό. […] Δεν υπήρχαν τρόφιμα..δράμα η κατάσταση. Κάτι μαυραγορίτες υπήρχαν που ερχόντουσαν στο σπίτι και παίρναμε π.χ. ένα σακί φασόλια…
(Συνέντευξη της Ν.Μ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 5/6/2014)
Είμαστε σε κακή κατάσταση. Εγώ από την αποβιταμίνωση είχα πρηστεί, είχαν πρηστεί τ’ αυτιά μου, τα χέρια μου, τα πόδια μου, σε κακή κατάσταση. Είχα περάσει και μερικές παιδικές αρρώστιες χωρίς την ανάλογη περιποίηση, πού να βρείς φάρμακα και εντωμεταξύ ήμασταν κοντά, όλη αυτή η περιοχή, ήτανε πολλοί νεκροί κοντά στη Νομική, έβλεπες καροτσάκια και νεκροί. Θυμάμαι Τσακάλωφ και Βουκουρεστίου -η κρεβατοκάμαρά μου ήταν γωνία- το ΄41 να είναι ένας και να λέει: πεινάω, πεινάω, κρυώνω,κρυώνω, με σβησμένη φωνή και το πρωί τον βρήκαμε πεθαμένο κάτω απο το παράθυρο. […]
Στον ίδιο όροφο με μας, στην οδό Τσακάλωφ έμενε μια οικογένεια Μεγαλίδου και θυμάμαι… είχαν πάρει κότες να κάνουνε αυγά και τις είχαν στο μπαλκόνι του υπνοδωματίου τους.
Και θυμάμαι το εξής. Στο Παγκράτι έχει ένα μέρος, όπως στη Βέρνη, που έχει αρκούδες, σε ένα μικρό άλσος και πήγαινε ο κόσμος και τις έβλεπε. Και θυμάμαι λοιπόν ότι φάγαμε ένα μεσημέρι ένα κρέας που άφριζε και η μαγείρισσα μας λέει δεν μπορώ να καταλάβω τι κρέας είναι αυτό… περίεργο… και η γεύση ήταν αλλιώς… Και μετά διαβάσαμε στην εφημερίδα ότι εξαφανίστηκαν οι αρκούδες.
(Συνέντευξη Ε.Φ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 31/5/2014)
Είχε πάρει ο πατέρας μου εκατό οκάδες όσπρια μόλις άκουσε ότι γίνεται πόλεμος στην Ελλάδα και ζούσαμε επί τρία χρόνια μ’ αυτά. Και βέβαια στα τρία χρόνια τρώγαμε τη σούπα κι είχε μυγάκια μέσα. […]
Είχε ο πατέρας μου αυτό το κτήμα στα Σεπόλια νοικιασμένο σε κάποιον και μας σήκωνε στις 6.00 το πρωί και τον ξάδερφό μου κι εμένα, Εγώ ήμουνα τότε 12 χρονών; Και πηγαίναμε κάτω και μας έδινε ένα τσουβάλι στον καθένα κι είχε μέσα λαχανικά, πατάτες κι ερχόμαστε και τα μοιράζαμε στους συγγενείς
(Συνέντευξη Τ.Β.Χ.)
Την πρώτη φορά που το είδα αυτό [νεκρό από πείνα στο πεζοδρόμιο] με τάραξε φοβερά. Την πρώτη φορά που είδα. Μετά το συνήθισα τόσο πολύ, που αν ήτανε ξαπλωμένος και μ’ εμπόδιζε να περάσω, πήδαγα από πάνω. Σαν να μην ήταν τίποτα. […] Απολύτως
(Συνέντευξη Α.Μ.)
Έζησα πάρα πολύ και απ’ την πείνα θα σας πω δύο τρία πράγματα. Πρώτον το σύνηθες πράγμα που ερχόντουσαν και χτυπούσαν την πόρτα κι έλεγαν «κυρία πεινάω, κυρία πεινάω» ή χτυπούσαν τα παράθυρα. Δεύτερον θυμάμαι ανθρώπους οι οποίοι πέθαιναν στο δρόμο, είδα έναν σκύλο στην πλατεία Κολωνακίου μπροστά στο άγαλμα που είναι τώρα του Σκούφου να τον πιάνουν σπασμοί και να πέφτει κάτω και να πεθαίνει. Είδα ανθρώπους στην οδόν Αθηνάς που πουλούσαν ψωμί από χαρούπια σαν ζύμη και πουλιόταν στους δρόμους σε δίσκους επάνω κομματάκια κι είχε περάσει ένας κι είχε αρπάξει ένα κομματάκι κι ο πωλητής ο άλλος του το πήρε και τον είχε ρίξει κάτω και τον χτύπαγε κάτω σε λάσπη κι άλλος δεν αμυνότανε έτρωγε κι άλλος τον χτύπαγε κάτω στη λάσπη.
(Συνέντευξη Δ.Κ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 1/12/2014)
Και να τους δώσεις τι; Από το τίποτα που δεν είχες, από ένα αυγό στα τρία, από τη μια φέτα ψωμί μπομπότα που μας την μοίραζε οι μάνα μας και έδινε σε μας και έτρωγε αυτή μια γωνίτσα, τι να θυμάσαι;
(Συνέντευξη Σ.Δ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 30/3/2014)
Από την πείνα δεν υπέφεραν τόσο στο Κολωνάκι. Πουλούσαν τα τιμαλφή και βρίσκανε λύσεις. […]
Ένα πράμα που μ΄έσωσε ήταν που είχαμε ένα σπίτι Σωκράτους και Σατωβριάνδου, δίπλα στο Ειρηνοδικείο … και το νοικιάσαμε σε μπορντέλο. Το μπορντέλο δεν υπήγετο σε ενοικιοστάσιο και μπορεί να πει κανείς πως με το νοίκι των δέκα χρυσών λιρών το μήνα απ’αυτό ζω. Πολλοί άνθρωποι είχαν μετακομίσει σε μέρη που είχαν κάτι να φάνε, που είχαν κάνα κήπο… ενώ εμείς δεν είχαμε τέτοια τύχη.
(Συνέντευξη Ε.Φ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 31/5/2014)
Και οι ‘λύσεις’ στο μαρτύριο της πείνας
Η μαύρη αγορά
Η μαύρη αγορά σαφώς υπήρχε, όσοι είχανε λίρες ή χρυσαφικά ή οτιδήποτε και θέλανε να επιζήσουνε παίρνανε από τη σούπα του μπακάλη, που μας μοιράζανε ή τα λουκάνικα σε κονσέρβες. Αλλά πέραν αυτού αν ήθελες να πάρεις κάτι άλλο ή θα έπρεπε να είχες κάποιον πάρα έξω, υπήρχε κάποιος συγγενής μας, συγγενής του θείου μου μάλλον, που ήταν στο Μοσχάτο, εκεί είχανε χωράφια τότε, το Μοσχάτο ήτανε εξοχή, εκεί πέρα θυμάμαι πηγαίναμε και πέρναμε τίποτα λαχανίδες ή τίποτε τέτοια.
(Συνέντευξη Ε.Σ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 7/6/2014)
Μαύρη αγορά έκανε ένα γαλακτοπωλείο που ήτανε στην πλατεία Κολωνακίου και πιο πέρα ήτανε ένας φούρνος και έκανε μαύρη αγορά και αυτός, επί της Σκουφά.
(Συνέντευξη Σ.Δ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 30/3/2014)
Λοιπόν είχε αγοράσει ο παππούς μου ένα σερβίτσιο μαχαιροπήρουνα, ατόφιο ασήμι. Ήταν εγγλέζικο. Λοιπόν θυμάμαι ότι το πουλήσαμε με το κιλό, με την οκά. Είχαμε επίσης μερικούς πίνακες που φύγανε έτσι… είχαμε και χαλιά…
(Συνέντευξη Ε.Φ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 31/5/2014)
Ο πατέρας μου καταστράφηκε με τον πόλεμο γιατί, γιατί δεν ήταν ούτε μαυραγορίτης, ούτε δοσίλογος, ούτε συνεργάτης των Γερμανών. … το εμπόριο δεν υπήρχε. Στην κατοχή όταν έκανες εμπόριο έπρεπε να είσαι ή μαυραγορίτης ή συνεργάτης των κατακτητών.
Εγώ ξέρω ότι οι γονείς μου δεν χαιρετούσαν κάποιους γνωστούς τους με τους οποίους κάποτε πριν από τον πόλεμο ήτανε φίλοι γιατί είχαν κάνει χρήματα στην Κατοχή.Η έκδοση γυναικών σε Γερμανούς-Ιταλούς ήταν κάτι κοινό λόγω πείνας. Μια φορά που είμασταν παρα πολύ χάλια έκανε την πρόταση ο αδερφός του πατέρα μου στη μητέρα μου οτι αν δεν υπάρχει άλλη λύση μήπως τυχόν θα έπρεπε και συ να… τέτοια χάλια… τι να κάνεις…
(Συνέντευξη Ε.Φ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 31/5/2014)
Τα συσσίτια
Οι πρόσκοποι οργάνωναν συσσίτια στο Κολωνάκι :στην Αναγνωστοπούλου, στην Καρνεάδου, στο Λυκαβηττό.
(Συνέντευξη Α.Α. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 20/5/2014)
Η μάνα μου έκανε ένα συσσίτιο για μαθητές, “το συσσίτιο του μαθητή”. Μαγείρευαν ένα μεγάλο καζάνι και το μοίραζαν στα σχολεία.
(Συνέντευξη της Ν.Μ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 5/6/2014)
Μια κυρία Γουλανδρή, συγγενής συγγενών, έκανε συσσίτιο η ίδια και στα Δεκεμβριανά την πήραν όμηρο και μετά ο γυιός της έψαχνε κατά μήκος του δρόμου… τους θάβανε εκεί επί τόπου… και βρήκε τη μητέρα του Λεγόταν Αικατερίνη Γουλανδρή.
(Συνέντευξη Ε.Φ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 31/5/2014)
Θυμάμαι τις ουρές, απ’ τις 5.00 η ώρα το πρωί! Σήμερα μοιράζουν στο Βύρωνα, παίρναμε και τον αδερφό μου, σήμερα μοιράζουν στο Κολωνάκι στην… Δεινοκράτους, σήμερα μοιράζουν, απ’ τις 5.00 η ώρα το πρωί. Πηγαίναμε μικρά παιδιά και βάζαμε τα κατσαρολάκια μας ή την τσάντα μας και καθόμασταν ύστερα στα σκαλιά να περιμένουμε τη σειρά μας. Γινόταν μεγάλο κακό.
(Συνέντευξη Γ.Ν. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 16/11/2014)
Η αντίσταση ως απάντηση στη βαρβαρότητα
Εγώ πήγα και γράφτηκα στην Ε.Π.Ο.Ν. που ήταν στην οδό Στρατιωτικού Συνδέσμου. Λέγανε τα παιδιά ..να πάμε να γραφτούμε στην Ε.Π.Ο.Ν. … Το’μαθε ο αδελφός μου «θα σου κόψω τα πόδια αν πας…» Εγω όμως πήγα και γράφτηκα και μετά φοβόμουνα μήπως το μάθει η πρεσβεία και με διώξουνε γιατί τότε δούλευα εκεί [14 ετών]
Ήταν μια οργάνωση εθνικιστική, η Ιερά Ταξιαρχία. Εκεί έγραφα στους τοίχους. Στην Ε.Π.Ο.Ν. δεν έγραψα γιατί άρχισαν να μου λένε… μην πηγαίνεις είναι οι κομμουνιστές, είναι παλιάνθρωποι… επηρεάστηκα και αποφάσισα ό,τι κάνω να το κάνω με εθνικιστικές οργανώσεις αλλά… παιδιάστικα πράματα… νόμιζα οτι ήταν παιχνίδι… ενώ δεν ήταν… αν σε πιάνανε την είχες άσχημα, ας ήσουν μικρό παιδί. Πολλά παιδιά είχαν πάει στο βουνό και απο το Κολωνάκι, συμμαθητέςμου απο το Γυμνάσιο. Δεν μπορώ να πω οτι εγώ μετείχα σοβαρά.
Μια φορά μου είχαν δώσει ένα χωνί και φώναζα στο Κολωνάκι «ζήτω οι αρχηγοί μας … Άρης και Σαράφης». Δεν ήμουν σε ηλικία που να έχω πεποιθήσεις.
Οι περισσότεροι στο Κολωνάκι ήταν με το Ζέρβα. Στα Εξάρχεια οι τοίχοι ήταν γεμάτοι συνθήματα, στο Κολωνάκι όχι τόσο.
(Συνέντευξη Α.Α. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 20/5/2014)
Πρωτάκουσα για αντίσταση στη Νομική. Ήρθαν τα παιδιά τα δικά μας, οι φίλοι μου -οι περισσότεροι είχαν γραφτεί στη Νομική- και μου είπαν… κάτι πρέπει να κάνουμε, να’ρθεις μαζί μας, θα κάνουμε μια οργάνωση που θα αντιστέκεται στους Γερμανούς και Ιταλούς. Έτσι πρωτογράφτηκα στην Ε.Π.Ο.Ν. Ήμασταν οι 5 πρώτοι: Βίκτωρ Μελάς, Άδωνις Κύρου, Κώστας Αξελός, Άρης Νικολετόπουλος και Ναταλία Μελά. Μας χώρισαν σε τομείς και γω ανέλαβα τον οικονομικό τομέα γιατί γνώριζα κόσμο, πήγαινα σε διάφορους και μάζευα λεφτά.
Στη σχολή Καλών Τεχνών φτιάχναμε αντίγραφα αγαλμάτων και τα πουλάγαμε στους Γερμανούς ως αυθεντικά για να ενισχύουμε τον Ε.Λ.Α.Σ.
(Συνέντευξη Ν.Μ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 5/6/2014)
Δεν μπορώ να πω ότι ήμουν κατατοπισμένος για το τι ακριβώς γινότανε… Προσωπικά είχα δράση στην Εθνική Δράση, όπου φύλαγα τσίλιες την ώρα που βάφαμε με μπλε στην οδό Σκουφά. […]
Η δική μου συμμετοχή στην αντίσταση σχετίζεται στη διανομή των εντύπων της Εθνικής Δράσης. Συνήθως μου τα έφερνε μια κοπέλα, ένα πακετάκι με 50-100 αντίτυπα, κατά τις 12 το μεσημέρι και περνούσαν άλλοι, έπαιρναν 3-4 και με τη σειρά τους μοίραζαν.
(Συνέντευξη Ε.Φ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 31/5/2014)
Έστελναν από τη Μ.Ανατολή λίρες για να δοθούν στα άτομα που έπρεπε να πάνε, υπήρχε ένα γραφειάκι στο οποίο, όλα αυτά τα χρήματα φυλάσσοντο εκεί, μες στο σπίτι μας και υπήρχαν αυτές οι λίρες όλες και μεις πεινούσαμε, δεν μπορούσαμε να τις πάρουμε δεν ήταν δικές μας, ήτανε για να πάμε όπου έδινε ο Χρύσανθος εντολή…
(Συνέντευξη Σ.Δ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 30/3/2014)
Ήθελα να φύγω για την Μέση Ανατολή, έκανα δύο απόπειρες σε μία από τις απόπειρες αυτές ήτανε μέσω Ευβοίας απ’ τα Στύρα… να ‘ρθει κάτι ένα πλεούμενο υποτίθεται και το πρωί μίλησε ο άνθρωπος ακούσαμε μια φωνή και δεν ήτανε το πλεούμενο ήτανε ένας του ΕΛΑΣ οπλισμένος και μας είπε ν’ ανεβούμε απάνω δύο ήτανε κι ένας παπάς επίσης οπλισμένος κι έπειτα μας πήραν αιχμαλώτους… διότι δεν ήθελαν να πάμε όλοι στη Μέση Ανατολή άρχισαν να μας βρίζουν… μας κράτησαν αιχμαλώτους τρεις τέσσερις ημέρες, εμάς μας θεωρούσανε που πηγαίναμε στη Μέση Ανατολή ότι κάναμε κάτι το οποίο είναι αντίθετο προς αυτούς δεν ήθελαν, αυτό δεν ήταν γνωστό στην Αθήνα τότε.
Κοιτάξτε εγώ ήμουνα στην Ορεινή Ταξιαρχία… η ιδέα όλων μας τότε ήταν ότι συνεχίζαμε το οργανωμένο κράτος.
Γοτθική γραμμή ήτανε το μέτωπο το Ανατολικό Μέτωπο κι εγώ ήμουν στο Ανατολικό Μέτωπο, η μεραρχία πολέμησε το ξέρω πολύ καλά από μέσα, οι αξιωματικοί μπορεί να είχαν τις ιδέες τους αλλά η Ορεινή Ταξιαρχία δεν είχε κανένα πολιτικό φρόνημα απολύτως ούτε ήξερα τι ήταν ο άλλος.
(Συνέντευξη Δ.Κ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 1/12/2014)
Ο κύκλος του αίματος
Τους ταγματασφαλίτες τους είδα πρώτη φορά από κοντά όταν κρέμασαν πέντε αντιστασιακούς στην πλατεία Παπαδιαμάντη στα Ιλίσια. Ήταν 3-4 δένδρα… αυτό έγινε τέλη ’44. […]
Με φωνάξανε τα παιδιά της γειτονιάς να πάμε στην πλατεία Παπαδιαμάντη γιατί έχει κάτι κρεμασμένους. Πήγαμε και είδαμε κάτι τσολιαδάκια και Γερμανούς… και κει που χαζεύαμε έρχονται αντάρτες από το λόφο και χτυπάγανε…Τους μαζέψανε, τους φορτώσανε γρήγορα-γρήγορα και φύγανε… Ήταν κάτι τραγικό να βλέπεις ανθρώπους κρεμασμένους. Γενικά η κατάσταση ήταν τραγική γιατί είχες να κάνεις με Έλληνες… Έλληνες εναντίον Ελλήνων. […]
… τα παιδιά, η μαρίδα πηγαίναμε και παρακολουθούσαμε (μπλόκα και εκτελέσεις) Σ’ ένα απ’αυτά ήμουν και γω, στην Καισαριανή. […]
Στην οδό Μασσαλίας, στο Νεκροτομείο ήταν μια τραγική εικόνα όταν έγινε ο βομβαρδισμός του Πειραιά από τους Εγγλέζους. Είναι μια αίθουσα με μαρμάρινα κρεβάτια.. Εμείς, τα παιδιά πήγαμε και απο το παράθυρο κοιτάζαμε. Ήταν ένας σωρός από πτώματα…
(Συνέντευξη Α.Α. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 20/5/2014)
Στην οδό Ξενίας είχανε κρεμασμένους. Και στο Λυκαβηττό, όταν ήμασταν εδώ και τρέχαμε κι εμείς για να δούμε.
… τότε είχαν φουντώσει οι ενδοελληνικές, Κολωνακιώτικες έριδες. Ήταν ένας Γεωργούτσος που έμενε στη Δεξαμενή, ήταν δυο αδέλφια και είχαν ένα γαλατάδικο στη Σόλωνος. Οι δεξιοί χτυπήσανε ένα απο τα αδέρφια. Ένα βράδυ –καλοκαίρι ήτανε- ανέβαινα τα σκαλάκια της Μαρασλή και εκεί έμενε ο Ηλίας Ρογκάκος. Όπως ανέβαινα τα σκαλοπάτια ακούω μια φωνή «μάνα κλείσε το παράθυρο» ήταν ο Ρογκάκος και είχαν έρθει οι εαμίτες, τον σκότωσαν, δεν πρόλαβε να κλείσει η καημένη η μάνα του το φως, τον είδαν οι άλλοι, ήταν μια ξύλινη σκάλα. Τα παιδιά αυτά ήταν γυιοί στρατηγού. Πήγαν οι αριστεροί να εξισώσουν το θάνατο του δικού τους…Σκέψου τη μάνα τώρα, να δει το γυιό της…
(Συνέντευξη Α.Α. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 20/5/2014)
Ο Κίτσος Μαλτέζος ξεκίνησε απο την Ε.Ο.Ν., μετά Ε.Π.Ο.Ν. και στο Κ.Κ.Ε.
Τον συνάντησα τυχαία εδώ στην Ηρ. Αττικού και μου είπε “Ναταλία να φύγεις απο το κόμμα γιατί θα ματοκυλιστούμε” “να κάνεις αυτό που σου λέω γιατί είναι σοβαρά τα πράματα”. Συνέχισε το δρόμο του και μια βδομάδα μετά τον σκότωσαν.
Καθόμουν μαζί με τον Αντρέα Καμπά στο Ζάππειο, στον πλάτανο, στο στρογγυλό παγκάκι και τα λέγαμε. Μονομιάς ακούσαμε 3 πιστολιές και πόδια που τρέχανε. Βγήκαμε στην Αμαλίας, τρέξαμε και είδαμε κάτω στο πεζοδρόμιο έναν άνθρωπο να σφαδάζει.Ο Κίτσος Μαλτέζος ήταν ένας καταπληκτικός άνθρωπος, εκπάλγου καλλονής, παρα πολύ ωραίος, ψηλός… σου έκανε εντύπωση… και στο Πανεπιστήμιο ήταν ο αρχηγός, στη Νομική.
Για μένα ήταν φοβερό… τηλεφώνησα αμέσως στην Μαρία Αναγνωστοπούλου και της είπα “να ξέρεις οτι εγω δεν ανήκω πια σ’αυτή την οργάνωση”. Δεν ήξερα ποιος ακριβώς τον σκότωσε αλλά κατάλαβα οτι ήταν η αριστερά. Αποχώρησα απο την οργάνωση και είπα οτι δεν θέλω ν’ ακούσω τίποτα γι’αυτήν.Δεν είναι αλήθεια οτι ο Άδωνις Κύρου ήταν πίσω απο τη δολοφονία. Δεν μπορώ ποτέ να πιστέψω οτι ήταν αναμεμειγμένος σ’αυτή την υπόθεση… ποτέ… Είναι αδύνατον των αδυνάτων, όπως ήταν αδύνατον και για μένα… τελείως αδύνατον. Και εντολή να ερχότανε… δεν θα το έκανε ο Άδωνις και τζάμπα προσπάθησαν να τον σκοτώσουν. Ευτυχώς που ήταν εκεί πάλι ο Χατζημιχάλης. Ο Νίκος Χατζημιχάλης ήταν γυιός της Αγγελικής Χατζημιχάλη και λεγανε πως ήταν γερμανόφιλοι οι γονείς του. Ο Νίκος ήταν τροτσκιστής και πάντα βοηθούσε ανθρώπους σε δύσκολες στιγμές, όπως εμένα. Τον Άδωνι τον φυγάδευσε ο πατέρας του. Ήταν το μαύρο πρόβατο της οικογένειας.
(Συνέντευξη της Ν.Μ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 5/6/2014)
Η απελευθέρωση
Με την απελευθέρωση ο κόσμος δεν το πίστευε. Κατεβαίναμε τότε, γυρνάγαμε όλη την Αθήνα. Υπήρχε ενθουσιασμός. Θυμάμαι τον κουρέα της γειτονιάς, ο Γαλανός, που βρήκε ένα ντουφέκι και πανηγύριζε.
Μετά την απελευθέρωση είχαν μαζέψει τους συνεργάτες στο ξενοδοχείο Μητρόπολις, στη Σταδίου. Φοβόντουσαν οτι θα τους καθάριζαν αλλά επενέβη το καθεστώς, η αστυνομία…
(Συνέντευξη Α.Α. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 20/5/2014)
Ένα πράμα που με εντυπωσίασε στην απελευθέρωση ήταν τα λίγα φώτα που ανάψανε στους δρόμους, γιατί σ’ όλη την Κατοχή είμαστε μέσα στο σκοτάδι.
(Συνέντευξη Ε.Φ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 31/5/2014)
Μόλις μάθαμε ότι φεύγουν οι Γερμανοί είχα κατέβει στην πλατεία Κοραή που γινόταν ένα μεγάλο συλλαλητήριο με σημαίες και με παρελάσεις και με τον έναν πάνω στις πλάτες του αλλούνου και μεγάλες διαδηλώσεις και μεγάλες… ε χειροκροτήματα, ζητωκραυγές και κυρίως μπορώ να πω υπέρ και των Άγγλων, πολύ περισσότερο και υπέρ των Ελλήνων και υπέρ των ενόπλων δυνάμεων, υπέρ των ανταρτών, υπέρ όλου του κόσμου. Δεν υπήρχε, τις πρώτες μέρες της απελευθέρωσης, εγώ τουλάχιστον, δεν είχα νιώσει να υπάρχει καμία διαφοροποίησις μεταξύ των δεξιών ή αριστερών, τότε εμείς σαν παιδί λέγαμε, Ά! Φεύγουν οι Γερμανοί, χαρά, αυτό…
(Συνέντευξη Ε.Σ. στην Ομάδα Δεκαετία 40, ΟΠΙΚΟ, 7/6/2014)